Δύο Καθηγητές μιλούν για την Διάβρωση Ακτών στην Αχαΐα – Αναλύουν το μέγεθος του φαινομένου, τα αίτια και τα έργα που πρέπει να γίνουν

Facebook
Twitter

Του Αχιλλέα Ροδίτη

Στο προηγούμενο φύλλο της η «Πολιτεία» παρουσίασε αναλυτικά τις απόψεις των τοπικών Φορέων γύρω από το μείζον θέμα της Διάβρωσης των Ακτών εν μέσω Κλιματικής Κρίσης αλλά και των απειλών που ελλοχεύουν για την Ποιότητα Ζωής των πολιτών και το Περιβάλλον.

Ένα θέμα, που αποτέλεσε το αντικείμενο της καθ’ όλα επιτυχημένης Επιστημονικής Ημερίδας που πραγματοποίησε στις 29 Μαρτίου, στην Πάτρα, η εφημερίδα «Αχαϊκή Πολιτεία» σε συνεργασία με την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας.

Σήμερα όμως, παρουσιάζεται η βασική περίληψη των εντυπωσιακών παρουσιάσεων που έκαναν οι δύο Ακαδημαϊκοί και βασικοί ομιλητές της εκδήλωσης.

 

Οι κ.κ. Γεώργιος Παπαθεοδώρου, Καθηγητής Τμήμα Γεωλογίας, Δ/ντής Εργ. θαλάσσιας Γεωλογίας & Φυσικής Ωκεανογραφίας Παν/μιου Πατρών (θέμα ομιλίας: «Διάβρωση ακτών και κλιματική κρίση») και Αθανάσιος Α. Δήμας, Καθηγητής Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Δ/ντης Εργ. Υδραυλικής Μηχανικής Παν/μιου Πατρών (θέμα ομιλίας:  «Έργα προστασίας ακτών από διάβρωση και πλημμύρα»).

 

ΟΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ

 «Διάβρωση ακτών και κλιματική κρίση»

Γιώργος Παπαθεοδώρου, Καθηγητής Γεωλογικής & Περιβαλλοντικής Ωκεανογραφίας, Δ/ντης Εργαστηρίου Θαλάσσιας Γεωλογίας & Φυσικής Ωκεανογραφίας Τμήμα Γεωλογίας, Κοσμήτορας Σχολής Θετικών Επιστημών

ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ 2 1

Η κλιματική κρίση προκαλεί σοβαρές επιπτώσεις στην παράκτια ζώνη και αναμένεται να προκαλέσει ακόμη περισσότερες στις επόμενες δεκαετίες, ιδιαίτερα στα ευαίσθητα και εύθραυστα οικοσυστήματά της. Η αύξηση της θερμοκρασίας οδηγεί στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Η παγκόσμια μέση στάθμη της θάλασσας (GMSL), το 2021, ήταν η υψηλότερη που μετρήθηκε ποτέ.

Οι καμπύλες GMSL που βασίζονται σε παρατηρήσεις παλίρροιας δείχνουν άνοδο 21 cm από το 1900 έως το 2020 με μέσο ρυθμό 1,7 mm/έτος. Ο ρυθμός ανόδου του GMSL επιταχύνθηκε στα 3,3 χιλιοστά/έτος την περίοδο 1993-2018 και στα 3,7 χιλιοστά/έτος την περίοδο 2006-2018, δηλαδή περισσότερο από δύο φορές ταχύτερα συγκριτικά με τον 20ο αιώνα (European Environment Agency).

Με βάση τις προβλέψεις της ίδιας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας, τα παγκόσμια κλιματικά μοντέλα προβλέπουν ότι η άνοδος του GMSL κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα (δηλαδή μέχρι το 2100) πιθανότατα θα είναι στο εύρος των 0,28-0,55 m για ένα σενάριο πολύ χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, 0,44-0,76m για σενάριο ενδιάμεσων εκπομπών και 0,63-1,02m για σενάριο πολύ υψηλών εκπομπών.

Πέραν της κλιματικής κρίσης, οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως οι αλλαγές της χρήσης γης και τα παράκτια έργα οδηγούν σε πιέσεις και τελικά προκαλούν πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην παράκτια ζώνη. Η παράκτια ζώνη του νότιου Πατραϊκού κόλπου, από το Ρίο έως τη Λιμνοθάλασσα του Πάππα, δέχεται διαχρονικά, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, σοβαρές πιέσεις λόγω των άστοχων παρεμβάσεων και την κατασκευή αποσπασματικών «σκληρών» παράκτιων έργων χωρίς προηγουμένως τη συλλογή και την αξιολόγηση αξιόπιστων επιστημονικών δεδομένων.

Έργα όπως εγκάρσιοι πρόβολοι, αποσπασμένοι έξαλοι κυματοθραύστες, αλιευτικά καταφύγια, παραλιακοί δρόμοι και τοιχία εντός της ζώνης αιγιαλού διακόπτουν την παράκτια στερεομεταφορά των ιζημάτων και προκαλούν κατάντη των έργων, εκτεταμένες διαβρώσεις ακτών. Το σύνολο αυτών των παράκτιων έργων έχουν κατασκευαστεί χωρίς τη συλλογή και αξιολόγηση επιστημονικών δεδομένων που αφορούν στις διεργασίες που αναπτύσσονται στη παράκτια ζώνη και στα χαρακτηριστικά της (κυματισμοί, βυθομετρία, σύσταση ιζημάτων, φυτοκαλύψεις πυθμένα).

Το ερευνητικό πρόγραμμα TRITON (Interreg V-A Greece-Italy Programme 2014-2020) με Επιστημονικό Υπεύθυνο το Πανεπιστήμιο Πατρών (Τμήμα Γεωλογίας και Πολιτικών Μηχανικών) και εταίρο την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, πραγματοποίησε συστηματικές έρευνες στο νότιο τμήμα του Πατραϊκού κόλπου για την αποτύπωση και παρακολούθηση της παράκτιας διάβρωσης. Στο πλαίσιο του έργου  εκτελέστηκαν θαλάσσιες έρευνες για την ακριβή αποτύπωση της βυθομετρίας και μορφολογίας του πυθμένα.

Η μορφολογική έρευνα με χρήση ηχοβολιστικών συστημάτων οδήγησε, για πρώτη φορά, στην αποτύπωση των λιβαδιών P. oceanica (ποσειδώνιας), ενός ενδιαιτήματος προτεραιότητας που προστατεύεται αυστηρά από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και παίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία των ακτών από τη διάβρωση. Αυτά τα επιστημονικά δεδομένα σε συνδυασμό με τις γεωτεχνικές και ακτομηχανικές έρευνες που υλοποιήθηκαν στην παράκτια ζώνη, την καταγραφή των διαχρονικών μεταβολών της ακτογραμμής αλλά και του κυματικού καθεστώτος οδήγησαν στον καθορισμό του συντελεστή τρωτότητας της παράκτιας ζώνης, ενός στοιχείου ιδιαίτερα σημαντικού για τη σχεδίαση των παρεμβάσεων.

Επιπλέον, εγκαταστάθηκε ένα παρατηρητήριο παρακολούθησης της παράκτιας ζώνης για τη συνεχή καταγραφή των φυσικών διεργασιών που ελέγχουν τη διάβρωση των ακτών. Επιστημονικοί Υπεύθυνοι του έργου ήταν οι καθηγητές Ν. Δεπούντης και Ν. Σαμπατακάκης (Τμ. Γεωλογίας) με συνεργάτες τους καθηγητές Γ. Παπαθεοδώρου και Κ. Νικολακόπουλο (Τμ. Γεωλογίας) και Αθ. Δήμα (Τμ. Πολιτικών Μηχανικών).

 

«Έργα προστασίας ακτών από διάβρωση και πλημμύρα»

Αθανάσιος Α. Δήμας, Καθηγητής Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Δ/ντης Εργ. Υδραυλικής Μηχανικής Παν/μιου Πατρών

ΔΗΜΑΣ 2 1

Η παρουσίαση αποτελείτο από 6 ενότητες. Αρχικά παρουσιάσθηκε συνοπτικά η αλληλουχία δράση κυματισμών, δημιουργία κυματογενών ρευμάτων (κατά μήκος και εγκάρσια στην ακτογραμμή), η στερεομεταφορά (κυρίως άμμου), η μεταβολή της μορφολογίας του πυθμένα και τα φαινόμενα διάβρωσης ή πρόσχωσης. Στη συνέχεια παρουσιάσθηκαν οι κυριότεροι και συχνότερα εμφανιζόμενοι στην Ελλάδα μηχανισμοί ενεργοποίησης διάβρωσης των ακτών:

(α) μεταβολή εισαγωγής φερτών υλών στην παράκτια ζώνη στις εκβολές ποταμών και χειμάρρων (λόγω λήψεως αδρανών ή κατασκευής φραγμάτων),

(β) την κατασκευή παράκτιων έργων υποδομής (μαρίνες, αλιευτικά καταφύγια, μώλοι, κλπ.) τα οποία δυσχεραίνουν ή και διακόπτουν την παράκτια στερεομεταφορά κατά μήκος της ακτογραμμής,

(γ) την κατασκευή παράκτιων τοιχίων (παραλιακών δρόμων ή περίφραξης ιδιοκτησιών) εντός της ζώνης αιγιαλού ή της ζώνης παραλίας οι οποίοι δυσχεραίνουν ή διακόπτουν την στερεομεταφορά εγκάρσια στην ακτογραμμή με τελικό αποτέλεσμα την υποσκαφή στον πόδα του τοιχίου και την καθίζηση του εδάφους στην χερσαία πλευρά του τοιχίου.

Στην τρίτη ενότητα παρουσιάσθηκαν οι βασικοί τύποι έργων παράκτιας προστασίας από διάβρωση και πλημμύρα χωρισμένοι σε 3 είδη: σκληρά (αποσπασμένοι κυματοθραύστες, πρόβολοι, παράκτιοι τοίχοι και θωράκιση ακτής), ήπια (τεχνητή αναπλήρωση) και μεικτού τύπου (βυθισμένοι αποσπασμένοι κυματοθραύστες, τεχνητή αναπλήρωση ακτής με πλευρική ενίσχυση προβόλων και στερεομεταφορά μέσωπαράκαμψης) έργα.

Ο διαχωρισμός «σκληρά – ήπια» δεν χαρακτηρίζει αποκλειστικά και μόνο τον τύπο των έργων (υλικά και διαστάσεις) αλλά και την ένταση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων στην παράκτια ζώνη: (α) ανεπιθύμητη μεταβολή μορφολογίας παρακείμενων ακτών (διάβρωση/πρόσχωση), (β) αρνητική επίδραση στη θαλάσσια χλωρίδα και πανίδα και (γ) αισθητική (οπτική) όχληση. Παρουσιάσθηκαν παραδείγματα καλής και κακής εφαρμογής/χωροθέτησης των έργων. Αναφέρθηκε δε ότι κανένας τύπος έργου δεν είναι κατάλληλος για κάθε περίπτωση ακτής και η επιλογή πρέπει να βασίζεται σε μελέτη στα πλαίσια σχεδίου Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ).

Η ΟΔΠΖ είναι θεσμοθετημένη από την Ευρωπαϊκή Ένωση δυναμική, πολυδιάστατη και επαναληπτική διαδικασία οργάνωσης και συντονισμού με σκοπό την αειφόρο διαχείριση, ανάπτυξη και προστασία της παράκτιας ζώνης και των πόρων της. Υπότο πρίσμα βιώσιμου σχεδιασμού, παρουσιάσθηκαν τα βασικά στοιχεία της μελέτης παράκτιας προστασίας από διάβρωση και πλημμύρα των ακτών «Ρογίτικα – Μονοδένδρι – Βραχναίικα – Τσουκαλαίικα», βάσει και των δεδομένων – αποτελεσμάτων του Ευρωπαϊκού έργου TRITON.

Η μελέτη εκπονήθηκε, στα πλαίσια Προγραμματικής Σύμβασηςμεταξύ της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και του Πανεπιστημίου Πατρών, από το Εργαστήριο Υδραυλικής Μηχανικής του Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών με Επιστημονικό Υπεύθυνο τον κ. Αθανάσιο Δήμα, Καθηγητήτου Τμήματος καιΔιευθυντή του Εργαστηρίου. Η μελέτη προτείνει τεχνητή αναπλήρωση των ακτών σε μήκος 4,6km και πλάτος 7,5 m, πλευρικά ενισχυμένη με 7 προβόλους (μήκους 70mέκαστος)στο Μονοδένδρι και στα Βραχναίικακαι 21 προβόλους (μήκους 50 m έκαστος) στα Τσουκαλαίικα, και θωράκιση των ακτών σε μήκος 1,2 km στα Ρογίτικα και στην Χατζίνα.

Το βασικό συμπέρασμα της παρουσίασης ήταν ότι τα έργα τεχνητής αναπλήρωσης είναι σχεδόν μονόδρομος ως βιώσιμη και εναρμονισμένη με τη φύση παρέμβαση  λύση σε περιπτώσεις ακτών όπου το πλάτος αιγιαλού και παραλίας είναι αθροιστικά μικρότερο των 10 m. Σε κάθε περίπτωση όμως, αφενός η εκτέλεση των εργασιών αναπλήρωσης πρέπει να γίνεται σε φάσεις σταδιακής ανάκτησης του πλάτους της ακτής ώστε σταδιακά να επέρχεται δυναμική ισορροπία της μορφολογίας της ακτής με τα φορτία κυμάτων και κυματογενών ρευμάτων και αφετέρου απαιτείται συστηματική παρακολούθηση έργων και παρεμβάσεων όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους στην παράκτια προστασία αλλά και τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

20

 

Μοιραστείτε το άρθρο :

Δείτε επίσης...

Eγγραφή στο Newsletter

Scroll to Top