Συνεχίζεται η οικοδόμηση του τείχους ανοσίας στη χώρα μέσω των εμβολιασμών κατά της Covid-19, αν και η επίτευξη του απαιτούμενου στόχου παραμένει ακόμη μακριά, σύμφωνα με ειδικούς.
Τόσο η πολιτεία όσο και οι επιστήμονες τονίζουν ότι το φετινό καλοκαίρι θα είναι διαφορετικό από το περυσινό, καθώς ξεκινά από πολύ υψηλότερο σημείο σε ό,τι αφορά τους επιδημιολογικούς δείκτες.
Αναφορικά με τον εμβολιασμό των παιδιών ο κ. Τζανάκης ανέφερε πως τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα αυτή την στιγμή είναι λίγα, παρόλο που το CDC τον συστήνει, ενώ υπάρχει και μια μελέτη με περίπου 2,500 – 3000 παιδιά που έχει αποδείξει την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.
Επιπλέον, χθες, Σάββατο οι καθηγητές Πνευμονολογίας Ν. Τζανάκης και Στ. Λουκίδης καθώς και ο Πρύτανης ΕΚΠΑ Α. Δημόπουλος, μίλησαν στον ΣΚΑΪ για ζητήματα που αφορούν τα εμβόλια και την προσπάθεια επίτευξης του στόχου της συλλογικής ανοσίας.
Σε ό,τι αφορά τις θρομβώσεις, ο κ. Δημόπουλος ανέφερε πως έχουν παρατηρηθεί πολύ σπάνια σε γυναίκες κάτω των 50 ετών και σχετίζονται με εμβόλια που έχουν ως φορέα τον αδενοϊό, ενώ υπάρχουν διαγνωστικά κριτήρια και θεραπευτική αντιμετώπισή τους.
Παράλληλα, τόνισε πως δεν υπάρχει καμία αντένδειξη για άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα. Αντίθετα επισήμανε ότι καθώς αυτοί οι άνθρωποι παίρνουν ανοσοκατασταλτική αγωγή η σύσταση είναι να εμβολιαστούν όσο γίνεται πιο γρήγορα.
Από την πλευρά του ο κ. Λουκίδης τόνισε την σημαντικότητα των εμβολίων για την επίτευξη του τείχους ανοσίας και σημείωσε πως ο οικογενειακός γιατρός είναι ο κατάλληλος για να λάβουμε πληροφορίες για τα εμβόλια.
Επίσης, υπογράμμισε τη σύσταση του CDC, με βάση την οποία τα άτομα με ανοσοκαταστολή, δηλαδή με χαμηλή άμυνα στον οργανισμό, είναι άνθρωποι που ενδείκνυνται να κάνουν τον εμβολιασμό.
Αναφορικά με τον εμβολιασμό των παιδιών ο κ. Τζανάκης ανέφερε πως τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα αυτή την στιγμή είναι λίγα, παρόλο που το CDC τον συστήνει, ενώ υπάρχει και μια μελέτη με περίπου 2,500 – 3000 παιδιά που έχει αποδείξει την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.
Ωστόσο, τόνισε ότι έχει πολλές συνιστώσες, ψυχολογικές και κοινωνικές και έτσι πρέπει να προσεγγιστεί το συγκεκριμένο ζήτημα.