Του Θόδωρου Κανελλόπουλου
Αφορμή για την σημερινή μου παρέμβαση αποτέλεσε η επίσκεψη του Υπουργού Εσωτερικών στην Πάτρα κ. Λιβάνιου Θεόδωρου, για να παρουσιάσει τις αλλαγές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Σε ένα περιβάλλον όπου οι Δήμοι και οι Περιφέρειες καλούνται να ανταποκριθούν σε αυξημένες αρμοδιότητες, περιορισμένους πόρους και ανάγκη για ταχύτερη λήψη αποφάσεων, κάθε μεταβολή στο εκλογικό σύστημα δεν αποτελεί απλώς μια πολιτική επιλογή, αλλά έναν κρίσιμο παράγοντα που επηρεάζει τη διοικητική συνέχεια, τη διακυβέρνηση και τον βαθμό λογοδοσίας των τοπικών αρχών.
Η αλλαγή του νόμου έρχεται να αναδιατάξει τις ισορροπίες στον τρόπο συγκρότησης των δημοτικών και περιφερειαρχών αρχών, προκαλώντας εύλογο ενδιαφέρον για το εάν οι νέες ρυθμίσεις θα ενισχύσουν ή θα αποδυναμώσουν τη θεσμική σταθερότητα και την αποτελεσματική διαχείριση των τοπικών υποθέσεων.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση σήμερα στην Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί κινητήρια δύναμη ανάπτυξης, κοινωνικής συνοχής και τοπικής καινοτομίας, στη χώρα μας συχνά λειτουργεί με θεσμικές αδυναμίες που παράγουν αναποτελεσματικότητα, διοικητική ασυνέχεια και χαμηλή κοινωνική εμπιστοσύνη.
Το μοντέλο εκλογής δημάρχων και περιφερειαρχών έχει αποδειχθεί είτε υπερσυγκεντρωτικό είτε δυσλειτουργικό, ανάλογα με την πολιτική συγκυρία και τις κατά καιρούς αλλαγές νομοθεσίας. Κάποτε, το κύριο πρόβλημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ήταν η κομματική αντιπαράθεση, που υπονόμευε κάθε προσπάθεια διοικητικής συνέχειας.
Σήμερα, όμως, το πρόβλημα έχει μετατοπιστεί. Η αυξανόμενη αδιαφορία των πολιτών απέναντι στην αυτοδιοίκηση – που εκφράζεται με χαμηλή συμμετοχή, απαξίωση και υποτίμηση του θεσμού – βλάπτει ουσιαστικά κάθε Δήμο και Περιφέρεια.
Οδηγεί σε μειωμένη νομιμοποίηση, σε συμβούλια που λειτουργούν χωρίς κοινωνική αντιστοίχιση και σε δημόσιες πολιτικές που δεν έχουν πραγματικό αντίκτυπο. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάγκη ενός σταθερού, σαφούς και λειτουργικού εκλογικού συστήματος είναι θεμελιώδης.
Προσωπικά προτείνω ένα σύστημα που συνδυάζει την άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση, την απλή αναλογική εκπροσώπηση, αλλά και την εξασφάλιση κυβερνησιμότητας. Μια τεχνικά συμβατή και θεσμικά υπεύθυνη πρόταση. Η πρότασή μου περιλαμβάνει τα εξής βασικά στοιχεία:
- Εκλογή σε μία Κυριακή:
Η διαδικασία ολοκληρώνεται την ίδια μέρα, ώστε να αποφεύγονται τα υψηλά διοικητικά κόστη και η διχόνοια που συχνά δημιουργεί ο δεύτερος γύρος.
- Εκλογή δημάρχου/περιφερειάρχη με 42% + 1 ψήφο:
Το όριο του 42% αποτελεί μια ισορροπημένη στάθμιση ανάμεσα στη δημοκρατική νομιμοποίηση και τη λειτουργικότητα. Είναι ποσοστό που διασφαλίζει ότι ο/η επικεφαλής έχει ισχυρή – έστω όχι απόλυτη – λαϊκή εντολή, χωρίς να απαιτείται δεύτερος γύρος.
- Εάν δεν υπάρξει εκλογή, ο δήμαρχος ή ο περιφερειάρχης επιλέγεται από το Συμβούλιο:
Το Δημοτικό ή Περιφερειακό Συμβούλιο αναλαμβάνει ρόλο «εκλεκτορικού σώματος», υποχρεώνοντας τις παρατάξεις σε προγραμματικές συμφωνίες, όπως συμβαίνει σε χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Αυτό αναβαθμίζει τον πολιτικό διάλογο, περιορίζει τον δημαρχοκεντρισμό και ενισχύει την αντιπροσωπευτικότητα.
- Τα μέλη του Συμβουλίου εκλέγονται με απλή αναλογική:
Η απλή αναλογική διασφαλίζει ότι οι τοπικές κοινωνίες εκπροσωπούνται αυθεντικά και ισότιμα. Δεν παράγει τεχνητές πλειοψηφίες ούτε αδικεί κοινωνικές μειοψηφίες.
- Εάν ο δήμαρχος εκλεγεί με 42%, εξασφαλίζει το 51% των εδρών:
Η ρύθμιση αυτή αποτελεί τον αναγκαίο μηχανισμό κυβερνησιμότητας. Δεν επιτρέπει ακυβερνησία, δεν εγκλωβίζει τον δήμο σε παζάρια, αλλά εξασφαλίζει δυνατότητα υλοποίησης προγράμματος και ξεκάθαρη λογοδοσία.
Το προτεινόμενο σύστημα δεν αποτελεί Ελληνική ιδιοτροπία. Αντίθετα, πλησιάζει σε πρακτικές που εφαρμόζονται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου οι δήμαρχοι συχνά εκλέγονται άμεσα, αλλά τα συμβούλια λειτουργούν με αναλογικότητα και συνεργασίες, ή όπου ο δήμαρχος επιλέγεται από το συμβούλιο, στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων, ή όπου το εκλογικό σύστημα εξισορροπεί άμεση λαϊκή εντολή με αναλογικά συμβούλια.
Στόχος της παραπάνω πρότασής μου είναι η δημιουργία μιας αρχιτεκτονικής που θα συνδυάζει:
- θεσμική σταθερότητα,
- πολιτική συναίνεση,
- λειτουργική διοίκηση,
- πραγματική λογοδοσία.
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει δοκιμάσει σχεδόν όλα τα μοντέλα: Χαριστικές πλειοψηφίες, σχεδόν απλή αναλογική, προσαύξηση εδρών, ενισχυμένη εκπροσώπηση, δύο γύρους. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα που αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση, προκαλώντας διοικητικό χάος.
Παραδείγματα υπάρχουν πολλά: Δήμοι με συμβούλια όπου ο δήμαρχος δεν μπορεί να περάσει ούτε απόφαση για αποκομιδή απορριμμάτων. Διοικήσεις που αδυνατούν να εκτελέσουν έργα επειδή βρίσκονται σε μόνιμη ομηρία μικρών μειοψηφιών ή προσωπικών αντιπαραθέσεων. Αυτά δεν είναι πολιτική. Είναι θεσμική ανεπάρκεια.
Ο ρόλος των πολιτών και η νέα πρόκληση. Η παραδοσιακή κομματική σύγκρουση σήμερα έχει υποχωρήσει, αλλά στη θέση της έχει εμφανιστεί κάτι πιο ανησυχητικό: η αποσύνδεση των πολιτών από την αυτοδιοικητική διαδικασία.
Η αποχή, η απαξίωση, η απροθυμία συμμετοχής σε δημόσια διαβούλευση ή συλλογικά όργανα, υπονομεύουν τον θεσμό σε βάθος. Η τεχνοκρατική κατά την άποψη μου πρόταση που σήμερα καταθέτω, επιδιώκει να ενισχύσει τη συμμετοχή, τη διαφάνεια, αλλά πρωτίστως και καθαρής δομής αρμοδιοτήτων.
Όταν ο πολίτης γνωρίζει ότι:
- η ψήφος του διαμορφώνει πραγματικά την πολιτική,
- οι συνεργασίες δεν γίνονται υπόγεια αλλά θεσμοθετημένα,
- η διοίκηση μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αδιέξοδα,
Τότε η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται, και είναι ένα βήμα προς μια ώριμη Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το μοντέλο αυτό δεν υπόσχεται θαύματα. Υπόσχεται όμως κάτι πιο ρεαλιστικό: θεσμικό εκσυγχρονισμό.
Η χώρα χρειάζεται μια Τοπική Αυτοδιοίκηση που δεν θα αλλάζει εκλογικά συστήματα σαν να αλλάζει ρούχα.
Χρειάζεται μια δομή που θα επιβιώνει πέρα από κυβερνητικούς κύκλους και θα προσφέρει:
- σταθερότητα,
- διαφάνεια,
- καθαρούς κανόνες,
- δυνατότητα σχεδιασμού πολιτικών βάθους δεκαετίας.
Το σημερινό μοντέλο παράγει τριβές, ασυνέχεια και περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Το προτεινόμενο μοντέλο παράγει συνέργειες, προγραμματική ευθύνη και θεσμική αξιοπιστία. Και αυτό, σε μια εποχή όπου οι πολίτες απομακρύνονται από την πολιτική διαδικασία, είναι όχι μόνο επιθυμητό – αλλά απολύτως αναγκαίο.
*Θεόδωρος Κανελλόπουλος
Συνδικαλιστής ΔΑΚΕ ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ,
Πολύτεκνου και πρώην μέλος του Δ.Σ. του ΚΟΔΗΠ,
Εκπρόσωπος της Δημοτικής Παράταξης «ΝΕΑ ΠΑΤΡΑ».











