Μια θετική είδηση για την ελληνική οικονομία επεφύλασσε η αποψινή αξιολόγηση της Fitch Ratings, η οποία κράτησε μεν σταθερό το rating σε «ΒΒΒ-», αλλά αναβάθμισε τις προοπτικές (outlook) από σταθερές, σε θετικές.
Tον Δεκέμβριο του 2023 ο αμερικανικός οίκος είχε δώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα. Έκτοτε, ο αμερικανικός οίκος δεν προχώρησε σε καμία αναβάθμιση της αξιολόγησης ή των προοπτικών του ελληνικού αξιόχρεου.
Ωστόσο, πλέον με την αναβάθμιση του outlook σε θετικό «στέλνει» σαφές σήμα βελτίωσης και της βαθμολογίας της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας σε ορίζοντα 12 έως 24 μηνών.
Σε δύο εβδομάδες και συγκεκριμένα στις 30 Μαΐου σειρά έχει ο γερμανικός οίκος Scope Ratings, ο οποίος βαθμολογεί την Ελλάδα με ΒΒΒ και σταθερές προοπτικές.
Τι αναφέρει η έκθεση
Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, η αναθεώρηση της προοπτικής των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Ελλάδας βασίζεται στους παρακάτω βασικούς παράγοντες αξιολόγησης και στη βαρύτητά τους:
Υψηλής σημασίας παράγοντες
Μεγάλο δημοσιονομικό πλεόνασμα
Η Ελλάδα κατέγραψε πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 1,3% του ΑΕΠ το 2024 και πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον αρχικό στόχο της κυβέρνησης για 1%. Το αποτέλεσμα αυτό ξεπέρασε και τις προβλέψεις της Fitch και αποτελεί εντυπωσιακή βελτίωση σε σχέση με το έλλειμμα 1,4% του 2023.
Επιπλέον, συγκρίνεται θετικά με το μέσο έλλειμμα 3,7% των χωρών με αξιολόγηση «BBB». Κατά τη Fitch, η υπεραπόδοση αυτή αντανακλά διαρθρωτικές βελτιώσεις στα δημόσια οικονομικά, κυρίως από την αύξηση των φορολογικών εσόδων λόγω προηγούμενων μέτρων και τον αυστηρό έλεγχο των δαπανών.
Με αυτό το ισχυρό σημείο εκκίνησης, ο οίκος προβλέπει ότι θα συνεχιστούν τα πλεονάσματα το 2025 και 2026, αν και κάτω του 1%. Τον Απρίλιο 2025, η κυβέρνηση ανακοίνωσε δημοσιονομική χαλάρωση ύψους 1 δισ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ), με στόχο την τόνωση των επενδύσεων και τη στήριξη συνταξιούχων και ενοικιαστών.
Κατακόρυφη πτώση του δημόσιου χρέους
Το πλεόνασμα και η αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% οδήγησαν σε μείωση του χρέους κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, στο 154% του ΑΕΠ. Αν και παραμένει σχεδόν τριπλάσιο από τον μέσο όρο της βαθμίδας «BBB» (52%), βρίσκεται πλέον πάνω από 50 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το υψηλό του 2020 (209%).
Η Ελλάδα σημειώνει τη μεγαλύτερη μείωση χρέους μετά την πανδημία μεταξύ των επενδυτικά αξιόχρεων κρατών που αξιολογεί η Fitch. Παράλληλα, τα ταμειακά διαθέσιμα φτάνουν τα 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ), αρκετά για την κάλυψη όλων των λήξεων χρέους τα επόμενα τρία χρόνια. Η Fitch προβλέπει ότι η ταχεία μείωση του χρέους θα συνεχιστεί, με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ να πλησιάζει το 120% έως το 2030.
Μεσαίας κατηγορίας παράγοντες
Συνετή και αξιόπιστη δημοσιονομική στρατηγική
Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του 2024 αποτυπώνουν τη δέσμευση της κυβέρνησης στη δημοσιονομική σταθερότητα. Η τελευταία επίσημη πρόβλεψη, στο επικαιροποιημένο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα του Μαΐου 2025, ευθυγραμμίζεται πλήρως με το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο.
Ο ρυθμός αύξησης των πρωτογενών καθαρών δαπανών την περίοδο 2024-2025 αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, από 6,5% σε 4,2%. Η Fitch θεωρεί αξιόπιστη τη δέσμευση της κυβέρνησης για μικρά ελλείμματα και σταδιακή αποκλιμάκωση του χρέους.
Περιορισμένοι κίνδυνοι από πλευράς δαπανών
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διατηρεί ισχυρή πολιτική στήριξη μετά τις εκλογές του 2023. Ωστόσο, η καθυστέρηση στην έρευνα για το σιδηροδρομικό δυστύχημα του Φεβρουαρίου 2023 προκάλεσε νέο κύμα διαμαρτυριών στις αρχές του 2025. Παρά τις πολιτικές διαστάσεις, η κοινωνική δυσαρέσκεια θα μπορούσε να εντείνει τις πιέσεις για μεγαλύτερη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής.
Παράλληλα, η Ελλάδα διατηρεί υψηλότερες αμυντικές δαπάνες από τους περισσότερους εταίρους στην ΕΕ (περίπου 3% του ΑΕΠ, με βάση τον ορισμό του ΝΑΤΟ), περιορίζοντας τις πιθανότητες περαιτέρω αυξήσεων.
Χαμηλοί χρηματοδοτικοί κίνδυνοι
Το ευνοϊκό προφίλ του ελληνικού χρέους, με μέση διάρκεια 19 ετών, χαμηλά επιτόκια και υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, μειώνει σημαντικά τους κινδύνους αγοράς. Το μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης χρέους είναι περίπου 1,5%, σαφώς χαμηλότερο από τον εκτιμώμενο ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας (περίπου 4%).
Ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη
Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, όπως και το 2023, χάρη στην εγχώρια ζήτηση. Η κατανάλωση των νοικοκυριών ενισχύθηκε από την άνοδο των πραγματικών εισοδημάτων και την αύξηση της απασχόλησης, ενώ οι επενδύσεις παρέμειναν ισχυρές, υποστηριζόμενες από επιδοτήσεις και δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι καθαρές εξαγωγές είχαν αρνητική συμβολή λόγω της αυξημένης εισαγωγικής έντασης των επενδύσεων.
Η Fitch προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% για το 2025 και 2026, έναντι μόλις 0,4% για την ευρωζώνη. Αν και οι άμεσοι κίνδυνοι από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο είναι περιορισμένοι (οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ είναι μόλις 4% του συνόλου), ένα σοκ στις μεγάλες οικονομίες της ΕΕ θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς την Ελλάδα.
Πρόσθετοι παράγοντες αξιολόγησης
Δομικά πλεονεκτήματα και αδυναμίες
Η αξιολόγηση της Ελλάδας ενισχύεται από το σχετικά υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και τη διακυβέρνηση, που ευθυγραμμίζεται με τον μέσο όρο της βαθμίδας «BBB». Το θεσμικό πλαίσιο παραμένει αξιόπιστο, λόγω της συμμετοχής στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Οι δημοσιονομικές και μακροοικονομικές προσαρμογές έχουν επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, βασισμένες σε ισχυρότερα θεμελιώδη και ενισχυμένη αξιοπιστία πολιτικής.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται οι επιπτώσεις της κρίσης χρέους: το υψηλό χρέος (παρά τη μείωση), η απώλεια παραγωγής, οι εξωτερικές ανισορροπίες και οι κληρονομημένες ευθύνες από τον τραπεζικό τομέα.
Διατηρούμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (CAD)
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ήταν στο 6,4% του ΑΕΠ το 2024, πολύ υψηλότερο από το 0,3% της βαθμίδας «BBB» και σχεδόν αμετάβλητο από το 6,2% του 2023. Το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά σχεδόν 3 δισ. ευρώ λόγω των αυξημένων εισαγωγών βιομηχανικών και κεφαλαιουχικών αγαθών, ενώ το πλεόνασμα του τουρισμού βελτιώθηκε οριακά.
Η χαμηλή αποταμίευση αποτελεί τον κύριο διαρθρωτικό λόγο για το υψηλό έλλειμμα, το οποίο αναμένεται να επιμείνει καθώς οι επενδύσεις εντείνονται. Η συμμετοχή στην ευρωζώνη μειώνει τους εξωτερικούς χρηματοδοτικούς κινδύνους και η Fitch δεν αναμένει διαταραχές στις εισροές κεφαλαίων.
Ενισχυμένος τραπεζικός τομέας
Τον Μάρτιο του 2025, η Fitch αναβάθμισε κατά μία βαθμίδα τις αξιολογήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, χάρη στη βελτίωση του εγχώριου περιβάλλοντος και των δεικτών πιστοληπτικής ικανότητας: αυξημένα κέρδη, καθαρισμός χαρτοφυλακίων, ενίσχυση κεφαλαίων και σταθερή βάση καταθέσεων.
Αναμένονται αυξήσεις στα έσοδα από δάνεια και προμήθειες μεσοπρόθεσμα, ενώ οι εξαγορές ενισχύουν ήπια τη διεθνή παρουσία, διατηρώντας ωστόσο εστίαση στην εγχώρια αγορά.
Σύνδεση κράτους-τραπεζών
Παρά τη βελτίωση στον τραπεζικό τομέα, η στενή διασύνδεση με το κράτος παραμένει λόγω του μεγάλου μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTCs, 12 δισ. ευρώ ή 50% των κύριων ιδίων κεφαλαίων στο τέλος του 2024) στα κεφάλαια των τραπεζών.
Τα DTCs αποτελούν ενδεχόμενη υποχρέωση για το Δημόσιο, μοναδική περίπτωση στην Ευρωζώνη. Τα σχέδια των τραπεζών για επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs αναμένεται να εξομαλύνουν τις κεφαλαιακές τους δομές τα επόμενα χρόνια.
Δείκτες ESG – Διακυβέρνηση
Η Ελλάδα έχει ESG βαθμολογίες συνάφειας «5[+]» για τη «Σταθερότητα και τα Δικαιώματα» και για το «Κράτος Δικαίου, Θεσμική και Ρυθμιστική Ποιότητα και Έλεγχο της Διαφθοράς». Οι βαθμολογίες αυτές αντανακλούν τη μεγάλη βαρύτητα των Δεικτών Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας στο μοντέλο αξιολόγησης της Fitch.
Η Ελλάδα έχει μέση κατάταξη (62,8), αντικατοπτρίζοντας πρόσφατες ειρηνικές πολιτικές μεταβάσεις, μέτριο επίπεδο συμμετοχής των πολιτών, εδραιωμένο κράτος δικαίου και μέτρια επίπεδα διαφθοράς.
Πιθανοί παράγοντες περαιτέρω αναβάθμισης ή υποβάθμισης
Η Fitch περιγράφει τις συνθήκες που θα μπορούσαν μεμονωμένα ή συλλογικά να οδηγήσουν είτε σε αρνητική είτε σε θετική αναθεώρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του ελληνικού αξιοχρέου.
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αρνητική αξιολόγη/υποβάθμιση:
Δημόσια οικονομικά: Μια σταθεροποίηση του λόγου χρέους γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ, που ενδεχομένως να οφείλεται σε δομική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής ή στην ενεργοποίηση σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
Μακροοικονομικά/Εξωτερικά μεγέθη: Ένα σοβαρό αρνητικό σοκ, το οποίο θα επηρέαζε το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της χώρας ή θα επιδείνωνε τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε θετική αξιολόγηση/αναβάθμιση:
Δημόσια οικονομικά: Ενίσχυση της εμπιστοσύνης ότι η ταχεία μείωση του λόγου χρέους γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ θα συνεχιστεί μεσοπρόθεσμα, ως αποτέλεσμα ισχυρών πρωτογενών πλεονασμάτων.
Μακροοικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων της οικονομίας, για παράδειγμα μέσω αύξησης των επενδύσεων ή εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Το χρονοδιάγραμμα για το υπόλοιπο της χρονιάς
Οι υπόλοιπες αξιολογήσεις της ελληνικής οικονομίας, κατά το δεύτερο εξάμηνο, έχουν ως εξής:
5 Σεπτεμβρίου – DBRS (ΒΒΒ / σταθερό outlook)
19 Σεπτεμβρίου – Moody’s (Baa3 / σταθερό outlook)
17 Οκτωβρίου – Standard and Poor’s (ΒΒΒ / σταθερό outlook)
7 Νοεμβρίου – Scope Ratings (ΒΒΒ / σταθερό outlook)
14 Νοεμβρίου – Fitch Ratings