Μεγάλη ρευστότητα αλλά και αυξημένη αποστασιοποίηση από το πολιτικό σύστημα, χαρακτηρίζει το μετεκλογικό τοπίο, σύμφωνα με την έρευνα «Ευρωεκλογές: Η επόμενη μέρα», που διενεργήθηκε αμέσως μετά τις κάλπες της 9ης Ιουνίου.
Περισσότερο και από τις επιδόσεις τον κόμματων, αυτό που σημάδεψε τις τελευταίες εκλογές, ήταν η υψηλή αποχή. Μόλις 41% των συμπολιτών μας κατέφυγαν στις κάλπες, ένα ιστορικά χαμηλό ποσοστό που δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τη δευτερεύουσα σημασία των Ευρωεκλογών (second-order elections).
Επιπλέον, η αποχή δεν περιορίζεται πια μόνο στους νέους, αλλά επεκτάθηκε και στις κατεξοχήν παραγωγικές ηλικίες 25 -54.
Όπως δείχνουν όλες οι τελευταίες μετρήσεις, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, στις πιο δυναμικές, μάλιστα, ηλικίες νιώθει αποξενωμένο από το πολιτικό σύστημα, αισθάνεται ότι δεν τον αφορά, ότι δεν μπορεί βελτιώσει τη ζωή του.
Αν οι μεγαλύτεροι έχουν ακόμα αναμνήσεις από τότε που η πολιτική μετρούσε, αυτό δεν ισχύει για τις νεότερες γενιές ή ισχύει όλο και λιγότερο.
Οι πολίτες, άλλωστε, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη, ψήφισαν (ή δεν ψήφισαν) με βασικό κριτήριο τα ζητήματα της καθημερινότητας – την ακρίβεια, τη φτώχεια, το στεγαστικό, την υγεία, την ασφάλεια, την παιδεία, αλλά αυτά ελάχιστα απασχόλησαν την προεκλογική συζήτηση. Διόλου τυχαία, η συντριπτική πλειονότητα των ερωτώμενων δηλώνουν είτε αδιάφοροι, είτε δυσαρεστημένοι από το αποτέλεσμα των εκλογών.
Η οικονομία και η καθημερινότητα έχουν επιστρέψει με φόρα στο επίκεντρο της πολιτικής σε όλη την Ευρώπη, αφήνοντας πίσω τους θέματα όπως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η πράσινη μετάβαση που στο παρελθόν ήταν ψηλά στην ατζέντα των Ευρωπαίων πολιτών, αλλά πλέον αντιμετωπίζονται σχεδόν ως πολυτέλεια.
Η μαζική αποξένωση των πολιτών από τα κόμματα και τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς έχει δραματικές επιπτώσεις και στην ίδια την άσκηση της πολιτικής. Αυξάνει τις αντιστάσεις απέναντι στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, στις μεγάλες τομές που θα είχαν πραγματικό αντίκρισμα στη ζωή των ανθρώπων και είναι οι μόνες που θα μπορούσαν να αναθερμάνουν το ενδιαφέρον τους για την πολιτική.
Μεταρρυθμίσεις, για παράδειγμα, όπως η ουσιαστική αξιολόγηση στο Δημόσιο που είναι προϋπόθεση για να βελτιωθεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
Ταυτόχρονα, αυτή αποξένωση καθιστά τα κόμματα όλο και πιο διστακτικά στις πρωτοβουλίες τους, γεγονός που αυξάνει ακόμα περισσότερο την απόσταση των πολιτών από το κομματικό σύστημα, ενισχύοντας την παραίτηση και την αντιπολιτική.
Ποια θα μπορούσε να είναι η διέξοδος από αυτόν τον φαύλο κύκλο; Η έρευνα μας δείχνει το πώς και το με ποιους. Το μεγάλο στοίχημα της εποχής είναι να ξανακερδηθούν οι νέοι και οι παραγωγικές ηλικίες, με όχημα, όμως, τα θέματα που καίνε τη ζωή τους. Άρα η απάντηση δεν μπορεί να είναι μια γραμμική συνάρθρωση δυνάμεων, με βάση τους παραδοσιακούς πολιτικούς διαχωρισμούς. Αυτήν ακριβώς τη λογική έχουν απορρίψει οι πολίτες ξανά και ξανά στις κάλπες.
Το προβάδισμα, με δυο λόγια, θα έχει όποιος καταφέρει να δώσει πειστικές απαντήσεις και να δημιουργήσει μια νέα εθνική συναίνεση γύρω από τα προβλήματα της καθημερινότητας, ανάλογη με αυτή που έχει επιτευχθεί για τα εθνικά θέματα. Ο κόσμος ψάχνει λύσεις και όχι διαφορετικές ιδεολογικές περιγραφές των προβλημάτων.
Αν αυτό το στοίχημα χαθεί, τότε θα ενταθεί η ψυχική απομάκρυνση των πολιτών από τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και οι ακραίες φωνές θα γίνουν ο κανόνας.