
Το εξαρτημένο άτομο προσποιείται ότι πίνει το χάπι αλλά το κρατά κάτω απ’ τη γλώσσα. Για να το παραδώσει στο «βαποράκι» μαζί με άλλα και να πάρει τη δόση ηρωίνης που χρειάζεται…
Του Αχιλλέα Ροδίτη
Ποιος άραγε ελέγχει αν η βουπρενορφίνη που χορηγείται ως υποκατάστατο στα εξαρτημένα άτομα που έχουν συμπεριληφθεί στη λίστα της ειδικής Μονάδας που λειτουργεί στον χώρο του Νοσοκομείου του Ρίου, πράγματι χρησιμοποιείται, σ’ όλες τις περιπτώσεις, αποκλειστικά για τον σκοπό της και όχι για… εμπορία από χρήστες ουσιών μετά την αποχώρηση τους από την Μονάδα;
Είναι ένα ερώτημα που πλανάται ως βάσιμη υπόνοια αφού οι φημολογίες γύρω από το τι συμβαίνει στα… αφανή, δίνουν και παίρνουν. Κι όχι μόνο δημιουργούν προβληματισμούς και μάλιστα έντονους, αλλά κυριολεκτικά σημαίνουν «συναγερμό» καθιστώντας άκρως επιτακτική την εν προκειμένω διερεύνηση από τις αρμόδιες Αρχές.
Αυτό που άλλωστε συζητιέται ευρέως στα πηγαδάκια ανθρώπων οι οποίοι κινούνται στην «κλειστή» κοινωνία των εξαρτημένων από ουσίες συμπολιτών μας, και με τρόπο μάλιστα που δείχνει ότι θεωρείται παραπάνω από δεδομένο ως γεγονός, είναι ότι μια σημαντική μερίδα δικαιούχων του υποκατάστατου (βουπρενορφίνη) δεν αποσκοπούν στη θεραπεία τους αλλά στην ανταλλαγή του «χρυσού» χαπιού για την προσωπική εξασφάλιση δόσεων ηρωίνης.
Είναι, με άλλα λόγια, κοινό μυστικό το τι γίνεται έξω και πέριξ της Μονάδας βουπρενορφίνης του Περιφερειακού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών.
Ότι δηλαδή οι χρήστες εισέρχονται για να παραλάβουν το πολυπόθητο χάπι ή προσποιούνται ότι το πίνουν αλλά το κρατούν στο στόμα, κάτω απ’ τη γλώσσα, ώστε όταν αποχωρήσουν να σπεύσουν στο «βαποράκι» που αναμένει απ’ έξω ή σε κάποια απόσταση και να του το δώσουν, μαζί με άλλα που μάζεψαν από προηγούμενες «λήψεις», προκειμένου να «πληρώσουν» με αυτά τα χάπια, για να πάρουν τη δόση ηρωίνης που χρειάζονται!
Ή σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, λέγεται ότι κρατούν τα χάπια τα οποία πωλούν έναντι χρημάτων σε μικρο-εμπόρους που τα μαζεύουν και στη συνέχεια τα μεταπωλούν δυο-δυο ή και τρία-τρία, αφού η ισχυρότερη ταυτόχρονη δόση τους μπορεί να ικανοποιήσει έναν εξαρτημένο που είναι σε επείγουσα αναζήτηση ουσίας.
Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στην καθιέρωση της ηρωίνης ως ναρκωτικό. Όταν χρησιμοποιήθηκε ως υποκατάσταση έναντι στην μορφίνη. Άραγε λοιπόν οδηγούμαστε σε μια επανάληψη της ιστορίας, με τη βουπρενορφίνη αυτή τη φορά; Μια επανάληψη μάλιστα που εξελίσσεται κάτω απ’ τη μύτη των Αρχών και μπροστά στα μάτια μας, υπό το φως της μέρας…;
ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟ ΑΠΟ ΠΑΛΙΑ…
Καταγράφοντας όλα τα παραπάνω δεν τρέφουμε την ψευδαίσθηση ότι… ανακαλύψαμε την Αμερική ή την πυρίτιδα. Αντιθέτως. Άλλωστε από το… μακρινό 2011, δηλαδή προ δεκαετίας και βάλε…, οι εκπρόσωποι των 27 παραρτημάτων του ΕΣΥΝ (Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών) είχαν μεταφέρει και δημοσιοποιήσει προβληματισμούς και σημαντικά στοιχεία που προέκυπταν από την πολύτιμη εμπειρία και δράση τους σ’ όλη την Ελλάδα και ανέφεραν πως δημιουργούνταν «μη ελεγχόμενες πιάτσες διακίνησης ναρκωτικών» στα προαύλια νοσοκομείων, σε Πάτρα, Κέρκυρα, Νίκαια και αλλού, ως αποτέλεσμα της λειτουργίας σε αυτά Μονάδων υποκατάστασης.
Πάντως ο υπεύθυνος του ΕΣΥΝ Πάτρας κ. Χρήστος Γκρεκιώτης αν και αποσαφήνισε πως δεν υπάρχουν επί του παρόντος αποδεικτικά στοιχεία επί των παραπάνω, ωστόσο δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει τις θέσεις του ΕΣΥΝ αναφορικά με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα πρέπει να λειτουργεί κάθε τέτοια Μονάδα υποκατάστασης.
Αυτό που ουσιαστικά μας λέει ο κ. Γκρεκιώτης είναι ότι η λίστα των ενταγμένων στα προγράμματα υποκατάστασης θα πρέπει να διαμορφώνεται με βάση κριτήρια που να διασφαλίζουν τις αληθινές προθέσεις του εξαρτημένου ατόμου. Όπως, για παράδειγμα, η ηλικία, η ύπαρξη σοβαρών νόσων, η προγενέστερη προσπάθεια απεξάρτησης κ.α.. Στοιχεία που καταδεικνύουν, με άλλα λόγια, ότι ο εν λόγω εν δυνάμει ενταγμένος στη λίστα πράγματι θέλει μέσω της υποκατάστασης να βρει τον δρόμο προς την λύτρωση.
Επισημαίνοντας παράλληλα όμως και το σκέλος των υποδομών που θα πρέπει επίσης να προσεχθούν στις Μονάδες.