– Ο Δρ. Γ. Χρούσος επισημαίνει ότι τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας δεν αρκούν για τη μείωση της παχυσαρκίας και άρα του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου. Χρειάζεται αλλαγή του τρόπου ζωής. Άλλη διατροφή και καθημερινή άσκηση…
του Αχιλλέα Ροδίτη
Όχι ένα, αλλά δύο «καμπανάκια» κρούει ο διεθνούς φήμης και πατρινός στην καταγωγή επιστήμονας Δρ. Γεώργιος Χρούσος. Το πρώτο αφορά στην παχυσαρκία και το δεύτερο στον κίνδυνο που αυτή ελλοχεύει για να φέρει τον καρκίνο! Και με αφορμή μία πρόσφατη ανάλυσή του σε πανελλαδικό μέσο ενημέρωσης (ΤΑ ΝΕΑ) όπου τόνιζε πως τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας βοηθούν στην πρόληψη κατά του καρκίνου, σπεύδει σήμερα μέσω της «Πολιτείας» να διευκρινίσει, ότι: «Είναι λάθος να νομίζουν κάποιοι ότι παίρνοντας τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας, λύνουν το πρόβλημα του πάχους και κατ’ επέκταση ενισχύουν την άμυνά τους ενάντια στον καρκίνο». «Τα φάρμακα απλώς διευκολύνουν την προσπάθειά μας κατά της παχυσαρκίας και ενισχύουν τον αγώνα μας να προστατέψουμε τον εαυτό μας από τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου», διευκρινίζει.
Ο κ. Χρούσος επισημαίνει καταλήγοντας: «Αυτό που πρέπει να εμπεδώσουν όλοι, είναι ότι ο τρόπος ζωής μας είναι εκείνος που θα σταθεί εμπόδιο στο όποιο πρόβλημα υγείας. Στην παχυσαρκία αλλά και στον καρκίνο. Εν προκειμένω, λοιπόν, τα φάρμακα βοηθούν εφόσον αλλάξουμε την διατροφή μας και η άσκηση γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας». Ο κ. Χρούσος υπογραμμίζει ότι είναι πολύ σημαντικό να το καταλάβουμε όλοι πως αν θέλουμε να είμαστε υγιείς οφείλουμε να μπούμε σε τροχιά υγιεινής ζωής και όχι να συνεχίσουμε την ασυδοσία και κατάχρηση περιμένοντας ότι τα φάρμακα θα κάνουν θαύματα.
ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΙΣΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟΣ!
Σύμφωνα με τον κ. Χρούσο, η παχυσαρκία εκτός από παράγοντας κινδύνου για μεταβολικά και καρδιαγγειακά νοσήματα, είναι μια βασική αιτία πρόκλησης καρκίνου γιατί αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες εμφάνισης της νόσου. Επικαλείται μια νέα μελέτη που δημοσίευσε και ο Π.Ο.Υ., (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας), η οποία επιβεβαιώνει αυτή την επιστημονική θέση. Είναι συγκλονιστικά δε, τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στην συχνότητα και στα ποσοστά πρόκλησης της νόσου. Θεωρείται πλέον η δεύτερη σημαντικότερη προλήψιμη αιτία καρκίνου μετά το κάπνισμα, σχετιζόμενη με πάνω από 13 τύπους, όπως νεοπλασίες του παχέος εντέρου, του μαστού, του ενδομητρίου, του παγκρέατος και του ήπατος.
Όπως αναφέρει στην «Πολιτεία» ο καθηγητής Ιατρικής, «η παχυσαρκία φέρνει καρκίνο σε ποσοστό 40%». Και μάλιστα, υπάρχουν στοιχεία που διαχωρίζουν την κατηγορία των ανδρών από αυτήν των γυναικών, αποδεικνύοντας, συν τοις άλλοις, ότι οι γυναίκες είναι ακόμα πιο επιρρεπείς στον κίνδυνο! Συγκεκριμένα, (σύμφωνα πάντα με την νέα επιστημονική μελέτη αλλά και όσα μεταφέρει μέσω της «Πολιτείας» ο πατρινός ακαδημαϊκός), η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου κατά 8% στους άνδρες και κατά 20% στις γυναίκες. Συνεπώς, υπό αυτή την έννοια είναι «σύμμαχοι στην πρόληψη του καρκίνου» τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας. Αλλά μείζον «σύμμαχος» είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής και διατροφής, που συντηρεί ένα φυσιολογικό βάρος.
Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ
Η σχέση παχυσαρκίας και καρκίνου εξηγείται μέσω πολυπαραγοντικών μηχανισμών: Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η παχυσαρκία έχει σαν υπόβαθρο το «σύνδρομο χρόνιου στρες και φλεγμονής» που βρίσκεται κάτω από όλα τα χρόνια μη μεταδιδόμενα νοσήματα. Στα παχύσαρκα άτομα, η ανοσία κατά του καρκίνου είναι υποβιβασμένη μέσω των ορμονών του στρες, ενώ η χρόνια φλεγμονή χαμηλού βαθμού που συνοδεύει το χρόνιο στρες, και ονομάζεται «παραφλεγμονή», επιτείνεται σημαντικά λόγω προοδευτικά αυξανόμενης παραγωγής φλεγμονωδών ουσιών από το συσσωρευόμενο με τον χρόνο σπλαχνικό λίπος.
Σε αυτά τα άτομα, ο λιπώδης ιστός μετατρέπεται σε πηγή επίμονης, συστηματικής σιγοκαίουσας φλεγμονής, με τα ανοσοκύτταρα να διηθούν το λίπος και να εκκρίνουν φλεγμονώδεις κυτοκίνες, όπως η ιντερλευκίνη-6 (IL-6) και ο TNF-α. Αυτά τα μόρια συμβάλλουν σε ένα μικροπεριβάλλον που ευνοεί τη βλάβη του DNA, τον ανώμαλο κυτταρικό πολλαπλασιασμό και τελικά την έναρξη όγκων.
Άλλοι παράγοντες είναι: ορμονικές διαταραχές, όπως αυξημένα οιστρογόνα από τον λιπώδη ιστό, ινσουλινοαντίσταση των ιστών και αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης και ινσουλινόμορφου παράγοντα-1 (IGF-1) – που έχουν αυξητική δράση σε πολλούς ιστούς –, καθώς και μεταβολές στις ορμόνες του λίπους («αδιποκίνες»), με μείωση της αδιπονεκτίνης και αύξηση της λεπτίνης, που συμβάλλουν σε ένα προ-ογκογόνο μικροπεριβάλλον.
ΑΧΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ / ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ











